Το προβληματικό σύστημα ασύλου της Ελλάδας
Παρά την παροχή σημαντικής οικονομικής και τεχνικής βοήθειας στην Ελλάδα, υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις όσον αφορά την πρόσβαση σε άσυλο για όσους βρίσκονται στα νησιά. Με νόμο του Απριλίου του 2016 για τη διευκόλυνση της υλοποίησης της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας δημιουργήθηκε ταχεία διαδικασία για την εξέταση της επιλεξιμότητας και του παραδεκτού των αιτημάτων χορήγησης διεθνούς προστασίας στα νησιά εντός 15 ημερών, περιλαμβανομένης της προσφυγής. Ο νόμος δεν εγγυάται δωρεάν νομική συνδρομή για την αρχική διαδικασία και παρέχει τη δυνατότητα προφορικής ακρόασης μόνο κατά την προσφυγή, υπονομεύοντας έτσι την αποτελεσματική άσκηση των δικαιωμάτων των αιτούντων άσυλο.
Στην πράξη, απαιτείται πολύ περισσότερος χρόνος για να εκδοθούν οι αποφάσεις, γεγονός που αφήνει τους ανθρώπους σε κατάσταση αναμονής. Η Human Rights Watch κατέγραψε επίσης αποκλίσεις μεταξύ των περιόδων αναμονής που ισχύουν για άτομα διαφορετικών ιθαγενειών όσον αφορά την καταχώριση ή την εξέταση των αιτημάτων ασύλου που υποβάλλουν. Άτομα συγκεκριμένων ιθαγενειών θεωρούνται κατά τεκμήριο «οικονομικοί μετανάστες» και αντιμετωπίζονται σαν τα αιτήματά τους να είναι προδήλως αβάσιμα, και με αυτή την αιτιολογία συχνά τίθενται υπό κράτηση σε αστυνομικά τμήματα και σε ειδικές εγκαταστάσεις κράτησης εντός των κέντρων υποδοχής (hotspot), γεγονός που εγείρει ανησυχίες σχετικά με τη χρήση αυθαίρετης κράτησης λόγω ιθαγένειας. Η διαφορετική αυτή μεταχείριση και η απογοήτευση λόγω της καθυστέρησης των διαδικασιών έχει οδηγήσει σε ορισμένες περιπτώσεις σε αναταραχές στα κέντρα κράτησης. Μεταξύ άλλων προβλημάτων, περιλαμβάνεται η ανεπαρκής ή ανύπαρκτη διερμηνεία κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων σε ορισμένες περιπτώσεις, καθώς και οι σοβαρές ελλείψεις όσον αφορά την πρόσβαση σε πληροφορίες και νομική συνδρομή.
Οι αιτούντες άσυλο που κατέφτασαν στα νησιά αφότου τέθηκε σε εφαρμογή η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας θεωρούνται μη επιλέξιμοι για μετεγκατάσταση σε άλλες χώρες της ΕΕ στο πλαίσιο ενός σχεδίου μετεγκατάστασης της ΕΕ, του Σεπτεμβρίου του 2015, που καταρτίστηκε με στόχο να μειωθεί η πίεση την οποία υφίστανται η Ελλάδα και η Ιταλία, ακόμη και αν οι αιτούντες άσυλο πληρούν άλλα κριτήρια.
Η Human Rights Watch κατέγραψε επίσης την παράλειψη διεξαγωγής της διαδικασίας πρώτης υποδοχής, η οποία σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο προβλέπει τη μεταφορά των «ευάλωτων ομάδων» στο κανονικό σύστημα ασύλου στην ηπειρωτική Ελλάδα, όπου είναι ευκολότερη η πρόσβαση σε υπηρεσίες. Απεναντίας, πολλοί άνθρωποι που ανήκουν σε «ευάλωτες ομάδες» –συμπεριλαμβανομένων εγκύων, ασυνόδευτων παιδιών, μόνων γονέων με παιδιά, θυμάτων βασανιστηρίων, καθώς και ατόμων με αναπηρία– παρέμειναν εγκλωβισμένοι στα νησιά, και κυρίως άτομα των οποίων η «ευπάθεια» είναι λιγότερο εμφανής, όπως άτομα με διανοητικές ή ψυχοκοινωνικές αναπηρίες ή θύματα βασανιστηρίων.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αφότου τέθηκε σε εφαρμογή η συμφωνία, έχουν πραγματοποιηθεί επιστροφές 916 υπηκόων τρίτων χωρών στην Τουρκία, είτε σε εθελούσια είτε σε μη εθελούσια βάση. Η Επιτροπή ανέφερε ότι ορισμένοι δεν υπέβαλαν αίτημα ασύλου, άλλοι απέσυραν το αίτημα ασύλου τους έπειτα από αρνητική απόφαση κατά την πρώτη τους ακρόαση, ενώ σε άλλες περιπτώσεις τα αιτήματα ασύλου απορρίφθηκαν έπειτα από εξέταση επί της ουσίας. Η Human Rights Watch, άλλες μη κυβερνητικές οργανώσεις, καθώς και η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) έχουν καταγράψει πολλές παρατυπίες στις αναγκαστικές επιστροφές στην Τουρκία εκείνων που οι ελληνικές αρχές παρουσιάζουν ως άτομα που δεν υπέβαλαν αίτημα ασύλου.
Η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας δημιούργησε ένα επικίνδυνο προηγούμενο διακυβεύοντας αυτή καθαυτή την αρχή του δικαιώματος να ζητήσει κανείς άσυλο που κατοχυρώνεται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, δήλωσε η Human Rights Watch. Η Τουρκία δεν μπορεί να θεωρηθεί ασφαλής χώρα για τους μη Ευρωπαίους πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο διότι δεν παρέχει αποτελεσματική προστασία, συμπεριλαμβανομένου του γεωγραφικού της περιορισμού στη σύμβαση του 1951 για τους πρόσφυγες, η οποία αποκλείει τους μη Ευρωπαίους από τη δυνατότητα χορήγησης καθεστώτος πρόσφυγα. Στην Τουρκία, οι Σύροι πρόσφυγες αντιμετωπίζουν εμπόδια όσον αφορά την καταγραφή, την πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην απασχόληση και στην υγειονομική περίθαλψη, παρότι έχουν πρόσβαση σε καθεστώς προσωρινής προστασίας. Άλλοι, μεταξύ των οποίων Ιρακινοί και Αφγανοί, δεν έχουν καθεστώς προσωρινής προστασίας. Τέλος, τα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία παραμένουν ουσιαστικά κλειστά.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της διερευνούν επί του παρόντος την ιδέα της σύναψης παρεμφερών διακανονισμών με τη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας με τις χώρες της Βόρειας Αφρικής, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης προσπάθειας μετάθεσης της νομικής και διοικητικής ευθύνης για τους αιτούντες άσυλο εκτός των συνόρων της ΕΕ.
Παγιδευμένοι σε άθλιες συνθήκες: Πρόσφατες μαρτυρίες
Ο Reza, 23 ετών, από το Αφγανιστάν, έφτασε στη Λέσβο τον Μάρτιο του 2016, αμέσως μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας. Τον Φεβρουάριο του 2017, δήλωσε ότι οι συνθήκες στο νησί και η αβεβαιότητα για το μέλλον προκαλούν μεγάλο ψυχικό πόνο:
Έφτασα στις 21 Μαρτίου [2016], επομένως βρίσκομαι εδώ σχεδόν έναν χρόνο. Δεν έχω νόμιμο έγγραφο για να φύγω από το νησί και δεν έχω χρήματα για να πληρώσω κάποιον διακινητή. Αισθάνομαι ότι είμαι ένα τίποτα και δεν έχω κανέναν έλεγχο στη ζωή μου πλέον. Δεν μπορώ να φύγω από το νησί και έπειτα από τόσο καιρό εδώ, αισθάνομαι ότι τίποτα δεν έχει πλέον νόημα. Νιώθεις σαν να είσαι «τρελός», περιφέρεσαι άσκοπα χωρίς να ξέρεις τον λόγο.
Τον Ιανουάριο, σφοδρές χιονοπτώσεις, βροχές και ισχυροί άνεμοι επιδείνωσαν τις ήδη ελεεινές συνθήκες στα νησιά που φιλοξενούν πρόσφυγες. Ο Mazar Ali, ένας 23χρονος Αφγανός στη Λέσβο, δήλωσε τον Φεβρουάριο:
Η σκηνή μας ήταν έξω στο χιόνι και καταστράφηκε [εξαιτίας του χιονιού]. Πήγαμε στην Eurorelief [οργάνωση παροχής βοήθειας αρμόδια για τα καταλύματα] για να πάρουμε καινούρια σκηνή, αλλά χρειάστηκαν τρεις ημέρες για να μας δώσουν άλλη, οπότε κοιμηθήκαμε έξω. Δεν μας επιτρέπεται να φύγουμε από το νησί. Νιώθεις σαν να βρίσκεσαι σε μια μεγάλη φυλακή εδώ στο νησί. Πολλές φορές, αισθάνομαι ότι δεν μπορώ να αναπνεύσω ελεύθερα.
Ο 43χρονος Dilshad, Κούρδος αιτών άσυλο από το Ιράκ, ο οποίος έφτασε στη Λέσβο τον Σεπτέμβριο, δήλωσε τον Φεβρουάριο:
Μου είπαν να πάω στην Eurorelief, να πάρω μια σκηνή, να βρω ένα μέρος να την τοποθετήσω και να μείνω εκεί.... Έκτοτε μένω σε μια [καλοκαιρινή] σκηνή. Όπως μπορείτε να διαπιστώσετε, οι συνθήκες διαβίωσης δεν είναι καλές. Το φαγητό δεν τρώγεται.
Τρεις άνδρες πέθαναν στη Λέσβο το εξαήμερο από τις 24 έως τις 30 Ιανουαρίου. Παρότι δεν υπάρχει επίσημη δήλωση σχετικά με την αιτία των θανάτων αυτών, αποδόθηκαν σε δηλητηρίαση από μονοξείδιο του άνθρακα από αυτοσχέδιες θερμαντικές συσκευές που χρησιμοποιούν οι πρόσφυγες για να ζεστάνουν τις παγωμένες σκηνές τους. Στα τέλη του 2016, στη Μόρια, μια έκρηξη που κατά πάσα πιθανότητα προκλήθηκε από φιαλίδιο υγραερίου στοίχισε τη ζωή σε μια ηλικιωμένη γυναίκα κουρδικής καταγωγής και στον μικρό εγγονό της.
Ο Dilshad περιέγραψε τις αντίξοες συνθήκες που επικρατούσαν μετά τη σφοδρή χιονόπτωση στη Λέσβο τον Ιανουάριο του 2017:
Η σκηνή μου έπεφτε εξαιτίας του χιονιού. Ήταν πολύ δύσκολα και έκανε πραγματικά πάρα πολύ κρύο. Μια φορά, πέθαναν μια γυναίκα και ένα παιδί [εντός του καταυλισμού]... Θέλω να βρίσκομαι σε ένα μέρος όπου να μην διατρέχω πλέον κίνδυνο. Φοβάμαι εδώ πέρα.
Έλλειψη αναγνώρισης των ευάλωτων ομάδων
Η Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης –με τη στήριξη οργανισμών της ΕΕ όπως ο Frontex και η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), οργανώσεων παροχής ιατρικής βοήθειας, καθώς και της UNHCR– είναι αρμόδια για την ταυτοποίηση και καταγραφή των ατόμων που ανήκουν σε «ευάλωτες» ομάδες αμέσως μετά την άφιξή τους. Μεταξύ αυτών θα πρέπει να συγκαταλέγονται τα θύματα βασανιστηρίων και τα άτομα με αναπηρία, συμπεριλαμβανομένων των ψυχιατρικών παθήσεων. Ωστόσο, ο αρχικός αυτός έλεγχος δεν είναι πάντοτε αποτελεσματικός.
Σχεδόν όλοι οι αιτούντες άσυλο και μετανάστες που πέρασαν από συνέντευξη ανέφεραν ότι αισθάνονται ότι η ζωή τους επί του παρόντος δεν έχει νόημα. Έκαναν λόγο για φόβο, κατάθλιψη και, σε ορισμένες περιπτώσεις, τάσεις αυτοκτονίας. Η διαμονή στα νησιά παρατείνει το ψυχικό τραύμα του εκτοπισμού και την απελπισία, ενώ αυξάνει επίσης άλλες απειλές για την ασφάλειά τους, συμπεριλαμβανομένης της σωματικής βίας και ζητημάτων που προκαλούν ανησυχία για την ψυχική τους υγεία. Ακόμη και τα άτομα που δεν έχουν ειδικής φύσεως ευπάθεια δεν θα πρέπει να ζουν σε συνθήκες που ισοδυναμούν με απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση, δήλωσε η Human Rights Watch.
Ο «Arash», 30 ετών, από το Ιράν, περιέγραψε πώς έχουν επηρεάσει την ψυχική του κατάσταση οι συνθήκες στο κέντρο υποδοχής (hotspot) στη Μόρια, το χρηματοδοτούμενο από την ΕΕ κέντρο διαλογής της Λέσβου στο οποίο διαμένει από τον Σεπτέμβριο του 2016:
Υποφέρω πολύ εδώ επειδή έχω χάσει την αξιοπρέπειά μου. Προσπάθησα τρεις φορές να αυτοκτονήσω... Οι συνθήκες εδώ μου θυμίζουν τη φυλακή στο Ιράν, τους εφιάλτες, τις απειλές και τα βασανιστήρια. Η κατάσταση αυτή με φέρνει σε πολύ μεγάλη απελπισία. Τα ιατρικά πιστοποιητικά γράφουν ότι αυτό εδώ δεν είναι κατάλληλο μέρος για εμένα, αλλά για τις αρχές αυτό δεν σημαίνει τίποτα. Πριν από πέντε ημέρες, μετέφεραν εμένα και τον αδελφό μου από τη σκηνή σε έναν οικίσκο (κοντέινερ). Για έξι μήνες, έμενα σε μια μικρή καλοκαιρινή σκηνή.
Ο Arash δήλωσε ότι κατά τον πρώτο ιατρικό έλεγχο από τους Γιατρούς του Κόσμου, αξιολογήθηκε ως άτομο που δεν ανήκει σε κάποια από τις ευάλωτες ομάδες οι οποίες εξαιρούνται από τη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας και έχουν τη δυνατότητα να μεταφερθούν στην ηπειρωτική Ελλάδα, παρότι τα θύματα βασανιστηρίων αποτελούν προστατευόμενη κατηγορία:
Τους είπα ότι ήμουν πολιτικός κρατούμενος, ότι έχω περάσει βασανιστήρια και ότι έχω υποβληθεί σε εικονική εκτέλεση τρεις φορές... Με ρώτησαν για ποιον λόγο δεν με εκτέλεσαν και τους εξήγησα ότι πρόκειται για μια μορφή βασανισμού. Περιέγραψα όλα τα σωματικά και ψυχολογικά προβλήματα που έχω, αλλά έγραψαν «Όχι» στο έγγραφό μου.
Η Human Rights Watch επικοινώνησε με εκπρόσωπο των Γιατρών του Κόσμου στην Ελλάδα σχετικά με την περίπτωση του Arash. Ο εκπρόσωπος δήλωσε ότι κατά τον αρχικό ιατρικό έλεγχο, ο Arash δεν έφερε ορατά τραύματα στο σώμα του, ενώ όταν ερωτήθηκε αν επιθυμούσε να μιλήσει με ψυχολόγο ή κοινωνικό λειτουργό, εκείνος αρνήθηκε. Ο Arash αργότερα ζήτησε πράγματι ψυχολογική υποστήριξη από τους Γιατρούς του Κόσμου, οι οποίοι εν συνεχεία ζήτησαν από τις ελληνικές αρχές να του χορηγήσουν καθεστώς «ευάλωτου» ατόμου ως πιθανού θύματος βασανιστηρίων. Το αίτημα απορρίφθηκε, δήλωσε ο εκπρόσωπος των Γιατρών του Κόσμου.
Ο Arash δήλωσε ότι η ψυχική του υγεία επιδεινώθηκε το διάστημα που βρισκόταν στη Λέσβο. Μας ανέφερε ότι τρεις ημέρες πριν από την απόπειρα αυτοκτονίας του, προσπάθησε να επισκεφθεί τον ψυχολόγο του καταυλισμού και του είπε ότι είχε υποστεί βασανιστήρια στη φυλακή και ότι συνεχίζει να υποφέρει από εφιάλτες. Ο καταυλισμός τού θύμιζε τη φυλακή. Η απάντηση του ψυχολόγου ήταν ότι «υπάρχουν 90 άτομα πριν από εσένα στη σειρά και πρέπει να περιμένεις».
Νωρίτερα εντός του 2017, η Human Rights Watch κατέγραψε το φαινόμενο της μη αναγνώρισης των ατόμων με αναπηρία από τις ελληνικές αρχές και τους εταίρους που τις στηρίζουν. Η Human Rights Watch διαπίστωσε επίσης έλλειψη πρόσβασης σε ψυχιατρική περίθαλψη και ψυχοκοινωνική υποστήριξη, την οποία έχουν τόσο ανάγκη οι αιτούντες άσυλο και άλλοι μετανάστες στην Ελλάδα.
Ο Ahmed και η Fatima, ένα ζευγάρι Ιρακινών μεταξύ 25 και 30 ετών, έχουν αμφότεροι σωματικές αναπηρίες που καθιστούν πολύ δύσκολο γι’ αυτούς το να σταθούν όρθιοι ή να περπατήσουν. Δήλωσαν στη Human Rights Watch τον Οκτώβριο του 2016 ότι δεν τους επετράπη να καταγραφούν ως άτομα με αναπηρίες επειδή δεν διέθεταν ιατρικό πιστοποιητικό ως αποδεικτικό. «Όταν πήγαμε για καταγραφή [στη Σάμο] μας ζήτησαν αποδεικτικό για την αναπηρία μας, παρότι μπορούν να το δουν ότι ισχύει», δήλωσε η Fatima, η οποία πλέον χρησιμοποιεί αναπηρικό αμαξίδιο.
Υποβολή αιτήματος ασύλου στο πλαίσιο της συμφωνίας
Ο «Ahmad», ένας 36χρονος Σύρος αιτών άσυλο από τη Χομς, έφτασε στη Λέσβο τον Ιούλιο του 2016. Τον Φεβρουάριο του 2017, περιέγραψε τη συνέντευξή του στο πλαίσιο της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, κατά τη διάρκεια της οποίας ο αρμόδιος υπάλληλος δεν του εξήγησε τον σκοπό της συνέντευξης, δεν εξέτασε το αίτημά του για χορήγηση ασύλου βάσει των διώξεων που είχε υποστεί στη Συρία και επικεντρώθηκε μόνο στον χρόνο που είχε περάσει στην Τουρκία, αλλά δεν έλαβε επαρκώς υπόψη την έλλειψη προστασίας που αντιμετώπισε εκεί:
Όταν έφτασα εδώ μου είπαν «ή υποβάλλεις αίτημα ασύλου ή επιστρέφεις στην Τουρκία». Υπέβαλα αίτημα ασύλου, απορρίφθηκε και τώρα περιμένω την προσφυγή. Είπαν «το δικαστήριο έκρινε ότι η Τουρκία είναι ασφαλής χώρα για σένα, επομένως απορρίπτεσαι». Ένιωσα απογοήτευση. Είπαν ότι πρέπει να ασκήσω προσφυγή, διαφορετικά θα πάω στη φυλακή ή θα απελαθώ.
Ο Ahmad δήλωσε ότι είχε περάσει δύο μήνες στην Τουρκία, όπου επιχείρησε, ανεπιτυχώς, να υπαχθεί σε καθεστώς προσωρινής προστασίας. Δήλωσε ότι ελλείψει υπαγωγής στο εν λόγω καθεστώς, δεν του δινόταν δικαίωμα πρόσβασης σε υγειονομική περίθαλψη για σοβαρό πόνο στην πλάτη, επειδή δεν διέθετε τα απαιτούμενα έγγραφα διαμονής. Κατά τη συνέντευξή του στη Λέσβο, δήλωσε:
Δεν μου εξήγησαν τον σκοπό της συνέντευξης, αλλά είπαν ότι δεν δικαιούμαι να έχω δικηγόρο. Είπαν «εάν το αίτημά σου απορριφθεί, τότε θα δικαιούσαι να έχεις δικηγόρο». Το σημαντικότερο κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ήταν ότι όλες οι ερωτήσεις αφορούσαν την Τουρκία. Όμως εγώ δεν είμαι Τούρκος που εγκαταλείπει την Τουρκία. Αντ’ αυτού, θα έπρεπε να με ρωτήσουν για τη Συρία. Προσπαθώ συνεχώς να ξεχάσω αυτή τη συνέντευξη. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, προσπαθούσαν να αποφύγουν να ακούσουν όσα είχα να πω σχετικά με τη Συρία. Είναι σαν συμφωνία: «Χρειαζόμαστε κάτι σχετικό με την Τουρκία για να σε απορρίψουμε».
Ο «Willias», ένας 27χρονος αιτών άσυλο από τη Νιγηρία που έφτασε στην Ελλάδα τον Ιούνιο του 2016, περιέγραψε τον Φεβρουάριο του 2017 τη συνέντευξή του που είχε πραγματοποιηθεί τέσσερις μήνες νωρίτερα:
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ήμουν μόνος, δεν είχα δικηγόρο και δεν υπήρχε μεταφραστής. Μιλούσα αγγλικά αλλά δεν είμαι καλός στα αγγλικά. Ζήτησα μεταφραστή και ο υπεύθυνος για τη συνέντευξη είπε ότι ο μεταφραστής δεν βρισκόταν εκεί. Τότε έλαβα την αρνητική απάντηση. Μου έδωσαν δικηγόρο και ζητήσαμε να ασκήσουμε προσφυγή. Δεν ξέρω τι πρόκειται να συμβεί, δεν δίνουν στοιχεία. Δεν μπορώ να γυρίσω στην Τουρκία. Προτιμώ να πεθάνω. Ήμουν στη φυλακή και δεν μου αρέσει αυτό. Και το ίδιο ισχύει και για την πατρίδα μου.
Ο 43χρονος Dilshad, ο Κούρδος αιτών άσυλο από το Ιράκ που έφτασε στη Λέσβο τον Σεπτέμβριο, κατέθεσε παρεμφερή μαρτυρία τον Φεβρουάριο:
Έχω περάσει από δύο συνεντεύξεις. Πολύ απλές ερωτήσεις. Δεν ξέρω ποιοι ήταν. Ο διερμηνέας μιλούσε φαρσί. Μου είπαν ότι δεν υπήρχε διαθέσιμος διερμηνέας για κουρδικά. Δεν μου εξήγησαν τι ήταν η συνέντευξη. Μου είπαν απλώς να περιμένω στη σκηνή μου και ότι θα με καλέσουν... Στη δεύτερη συνέντευξη με ρώτησαν: «Εάν γυρίσεις στην Τουρκία και έχεις τη δυνατότητα να αποκτήσεις χαρτιά, συμφωνείς με αυτό;» και εγώ απάντησα όχι, επειδή εκεί ήμουν φυλακισμένος.
Ο Hussein Sherif, ένας 37χρονος άνδρας από το Ιράκ που έφτασε στην Ελλάδα στα τέλη Αυγούστου, δήλωσε τον Φεβρουάριο ότι δεν είχε ακόμη περάσει από συνέντευξη: «Μου είπαν ότι η πλησιέστερη ημερομηνία για συνέντευξη είναι στις 23 Μαρτίου. Όμως, σε άλλους που έφτασαν αργότερα από εμένα δόθηκε πιο κοντινή ημερομηνία για συνέντευξη. Νομίζω ότι αντιμετωπίζουν τους ανθρώπους ανάλογα με την εκάστοτε διάθεσή τους. Στα ζώα συμπεριφέρονται καλύτερα από ό,τι σε εμάς τους ανθρώπους».
Ο Hussein ανέφερε ότι τρεις Ιρακινοί τού επιτέθηκαν και τον μαχαίρωσαν επανειλημμένα στην κοιλιά στη Μυτιλήνη της Λέσβου. Νοσηλεύτηκε για 10 ημέρες και υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση: «Πήγα στην αστυνομία για να υποβάλω καταγγελία και μου είπαν ότι πρέπει να πληρώσω 100 ευρώ και ότι θα χρειαστεί αρκετό χρόνο. Τα παράτησα και κρύφτηκα για δύο μήνες σε ένα διαμέρισμα στη Μυτιλήνη επειδή φοβόμουν».
Ο Reza, ο 23χρονος Αφγανός αιτών άσυλο που έφτασε στην Ελλάδα μία ημέρα μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, δήλωσε ότι τους δύο πρώτους μήνες στη Λέσβο, δεν είχε καμία ενημέρωση για τη διαδικασία ασύλου και για το τι επρόκειτο να του συμβεί: «Τότε, ήρθαν από μια ΜΚΟ και μας είπαν ότι τα σύνορα έκλεισαν και ότι πρέπει να υποβάλουμε αίτημα ασύλου. Δεν ήξερα όμως πώς να το κάνω».
Ο Reza δήλωσε ότι έξι μήνες αφότου εξέφρασε την επιθυμία του να υποβάλει αίτημα ασύλου έλαβε δελτίο αιτήσαντος άσυλο, ωστόσο ανέφερε ότι είναι ένας από τους λίγους Αφγανούς που πέρασαν από συνέντευξη στο πλαίσιο της διαδικασίας ασύλου:
Στην αρχή, μόνον οι Σύροι περνούσαν από συνέντευξη. Εγώ είμαι ένας από τους λίγους που πήγαν σε συνέντευξη, πριν από τρεις μήνες. Όμως δεν έχω λάβει ακόμη απάντηση. Υπάρχουν άτομα που βρίσκονται εδώ 10 μήνες και δεν έχουν περάσει από συνέντευξη, και άλλοι που είναι εδώ 20 ημέρες και έχουν φύγει για την Αθήνα.
Ο Reza δήλωσε ότι δεν του εξήγησε κανείς τον σκοπό της συνέντευξης:
Αυτός που μου έπαιρνε συνέντευξη ήταν ξένος, πιθανότατα από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και υπήρχε επίσης διερμηνέας. Είπαν εξαρχής ότι δεν θέλουν να μάθουν αν είχα προβλήματα στη χώρα μου, και ότι το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι αν αντιμετώπισα προβλήματα στην πορεία μέχρι να φτάσω εδώ. Με ρώτησαν πολλές φορές γιατί δεν έμεινα στην Τουρκία και μου εξήγησαν ότι η Τουρκία είναι ασφαλής χώρα. Εγώ τους εξήγησα ότι η Τουρκία δεν είναι ασφαλής. Είναι μια σκληρή χώρα και δεν αισθάνεσαι ασφαλής εκεί. Έστειλαν πολύ κόσμο πίσω στο Αφγανιστάν, και όταν ήμουν εκεί οι αρχές με απείλησαν ότι θα με απελάσουν για να γυρίσω πίσω.
Ο Samir, 21 ετών, από την Αλγερία, δήλωσε τον Φεβρουάριο ότι όταν έφτασε στη Λέσβο, τέθηκε υπό κράτηση σε κλειστή δομή εντός του κέντρου υποδοχής (hotspot) στη Μόρια, ενώ σε άτομα άλλων ιθαγενειών επιτρεπόταν η είσοδος και η έξοδος από τον καταυλισμό:
Στη θάλασσα [στο Αιγαίο], μας έπιασε η σουηδική ακτοφυλακή. Στη συνέχεια, μας έφεραν κατευθείαν στη Μόρια και μας έβαλαν στη φυλακή. Αυτό είναι το πρόβλημα. Μόλις ακούν Αλγερία, μας θέτουν αμέσως υπό κράτηση, ακόμη κι αν δεν έχουμε κάνει τίποτα. Όταν έφτασα, μου είπαν ότι θα μείνω για 25 ημέρες υπό κράτηση και έπειτα, εάν δεν μου δοθεί άσυλο, θα με στείλουν πίσω στην Τουρκία... Έμεινα οκτώ ημέρες στη φυλακή και έπειτα αποφάσισα να αποδράσω, καθώς πήγαινα στη συνέντευξη με την EASO [Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο].
Ο «Fezi», ένας 23χρονος Πακιστανός, δήλωσε ότι εγκατέλειψε την περιοχή όπου ζούσε, στην Πεσαβάρ, λόγω της μεγάλης συχνότητας βομβιστικών επιθέσεων αυτοκτονίας και επιθέσεων με μη επανδρωμένα ιπτάμενα οχήματα (drone). Περιέγραψε τον Φεβρουάριο τι του είχε συμβεί μετά την άφιξή του στη Λέσβο:
Έμεινα στη Μόρια για οκτώ με εννέα μήνες. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, με έβαλαν για δύο μήνες στη φυλακή [κέντρο κράτησης αλλοδαπών εντός του καταυλισμού στη Μόρια]. Δεν ξέρω γιατί. Ήρθαν οι αστυνομικοί, μου φόρεσαν χειροπέδες και με έβαλαν στη φυλακή στη Μόρια. Δεν μου εξήγησαν τον λόγο. Μου πήραν τα χαρτιά μου και όλα όσα είχα. Ύστερα από δύο μήνες, μου έδωσαν πίσω τα χαρτιά μου και είπαν «Μπορείς να φύγεις». Εγώ φοβόμουν επειδή όλοι οι Πακιστανοί πηγαίνουν στις συνεντεύξεις της EASO και απορρίπτονται. Όλοι οι Πακιστανοί απορρίπτονται, εκτός από εκείνους που είναι χριστιανοί.