(Βερολίνο) – Η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών οφείλει να προχωρήσει στην παύση της ποινικής δίωξης που άσκησε για κακόβουλη βλασφημία στην περίπτωση θεατρικής παράστασης η οποία παρουσιάζει τον Ιησού Χριστό και τους αποστόλους του ως ομοφυλόφιλους, δήλωσε σήμερα η Human Rights Watch. Οι ελληνικές αρχές οφείλουν να σεβαστούν την ελευθερία της έκφρασης και να προβούν άμεσα στην κατάργηση του νόμου περί βλασφημίας, δήλωσε η Human Rights Watch.
Η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών διέταξε τη διενέργεια έρευνας κατά τη διάρκεια της εβδομάδας της 11ης Νοεμβρίου 2012, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον η απόδοση του θεατρικού έργου του Terrence McNally παραβιάζει τον ελληνικό νόμο περί βλασφημίας του 1951. Ο σκηνοθέτης, οι παραγωγοί και οι ηθοποιοί της εν λόγω παράστασης αντιμετωπίζουν τις κατηγορίες της «καθύβρισης θρησκευμάτων», της «κακόβουλης βλασφημίας» ή/και της άμεση συνέργεια στις εν λόγω πράξεις. Η απόφαση των εισαγγελικών αρχών πυροδοτήθηκε από μηνύσεις διαφόρων προσώπων κατά των συντελεστών της παράστασης, συμπεριλαμβανομένης και αυτής - σύμφωνα με αναφορές των μέσων ενημέρωσης - του Μητροπολίτη Πειραιώς Σεραφείμ.
«Ο σκηνοθέτης, οι παραγωγοί και οι ηθοποιοί έχουν κάθε δικαίωμα να ανεβάσουν αυτήν την παράσταση, ακόμη και εάν θεωρείται προσβλητική ή υβριστική από ορισμένους», δήλωσε η Judith Sunderland, ερευνήτρια για την Ευρώπη και την Κεντρική Ασία στη Human Rights Watch. «Οι ελληνικές αρχές οφείλουν να προασπίζουν την ελευθερία του λόγου, και όχι να προχωρούν στην εφαρμογή ενός παρωχημένου και προβληματικού νόμου».
Το βράδυ της πρεμιέρας, στις 11 Οκτωβρίου, δεκάδες άτομα, μεταξύ των οποίων μέλη παραθρησκευτικών οργανώσεων και δύο βουλευτές του ακροδεξιού κόμματος Χρυσή Αυγή, βιντεοσκοπήθηκαν από παριστάμενους στο σημείο να εκφοβίζουν και να απειλούν τον κόσμο έξω από το θέατρο που ήθελε να δει την παράσταση. Η παράσταση ακυρώθηκε στις αρχές Νοεμβρίου ύστερα από εβδομάδες καθημερινών σχεδόν διαμαρτυριών.
Η ποινική δίωξη που ασκήθηκε στην περίπτωση της παράστασης Corpus Christi έπεται της σύλληψης από την ελληνική Υπηρεσία Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος ενός 27χρονου άνδρα τον Σεπτέμβριο στην Εύβοια με την υπόνοια ότι κρύβεται πίσω από τη διατήρηση σελίδας στο Facebook που σατιρίζει έναν νεκρό έλληνα μοναχό. Η τοπική εισαγγελική αρχή απήγγειλε την κατηγορία της «καθύβρισης θρησκευμάτων» σε βάρος του εν λόγω άνδρα και εν συνεχεία τον άφησε ελεύθερο εν αναμονή της δίκης.
Ο νόμος του 1951 ποινικοποιεί την «κακόβουλη βλασφημία» και την «καθύβριση θρησκευμάτων», αδικήματα που τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών. Η τελευταία ποινική δίωξη που ασκήθηκε για βλασφημία στην Ελλάδα ήταν το 2003. Ο αυστριακός συγγραφέας Gerhard Haderer διώχθηκε για το βιβλίο του, Η Ζωή του Ιησού, με την αιτιολογία ότι παρουσιάζει τον Ιησού ως χίπη. Το 2005 ο συγγραφέας απαλλάχθηκε των κατηγοριών.
Οι διώξεις που ασκήθηκαν στις περιπτώσεις του Corpus Christi και του Facebook δημιουργούν ανησυχίες για αδικαιολόγητη παρέμβαση στην ελευθερία της έκφρασης και για ένα νέο κλίμα μισαλλοδοξίας που διαμορφώνεται στην Ελλάδα έναντι όσων θεωρούνται ότι προσβάλλουν την ελληνορθόδοξη πίστη, δήλωσε η Human Rights Watch.
Aπόσπασμα βίντεο από την πρεμιέρα του Corpus Christi εμφανίζει έναν βουλευτή της Χρυσής Αυγής, τον Χρήστο Παππά, να βγάζει διαδηλωτή, ο οποίος είχε συλληφθεί, από υπηρεσιακό λεωφορείο της αστυνομίας χωρίς την παραμικρή αντίδραση εκ μέρους των αστυνομικών υπαλλήλων οι οποίοι στέκονταν και κοιτούσαν άπραγοι. Σύμφωνα με αναφορές στα μέσα ενημέρωσης, στις 12 Οκτωβρίου, η αστυνομία διαβίβασε φάκελο σε βάρος του κ. Παππά στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, προκειμένου να αποφανθεί σχετικά με το εάν θα απαγγελθούν κατηγορίες σε βάρος του, καθώς και σε βάρος αστυνομικών υπαλλήλων. Η Human Rights Watch ενημερώθηκε στις 19 Νοεμβρίου από την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών ότι σχηματίστηκε δικογραφία και ότι διενεργείται επί του παρόντος προκαταρκτική εξέταση για τα περιστατικά που έλαβαν χώρα το βράδυ της πρεμιέρας.
Μετά τα επεισόδια στην πρεμιέρα, ο Κώστας Τζαβάρας, αναπληρωτής υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, ορθώς επισήμανε, όπως δήλωσε η Human Rights Watch, ότι «η τέχνη και ο πολιτισμός υπόκεινται στους δικούς τους κανόνες… Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στη λογοκρισία να πάρει τη θέση της κριτικής». Κινούμενος στο ίδιο πνεύμα, ο υπουργός Δικαιοσύνης Αντώνης Ρουπακιώτης δήλωσε, μετά τη δίωξη που ασκήθηκε στην περίπτωση του Facebook, ότι είναι «σταθερά προσηλωμένος στην υπεράσπιση του συνταγματικώς κατοχυρωμένου δικαιώματος της ελευθερίας του λόγου». Εντούτοις, ο υπουργός Δικαιοσύνης δεν έχει δικαιοδοσία να παρεμβαίνει στις αποφάσεις που εκδίδουν οι αυτόνομες Εισαγγελίες Πρωτοδικών.
Δυνάμει του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα, η ελευθερία της έκφρασης δύναται να περιορίζεται για λόγους προστασίας της δημόσιας ασφάλειας και των δικαιωμάτων των άλλων, εντούτοις περιορισμοί τέτοιου είδους πρέπει να είναι αυστηρώς «αναγκαίοι» σε μια δημοκρατική κοινωνία. Η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, στην οριστική ερμηνεία που διατύπωσε για την ελευθερία της έκφρασης, όπως αυτή κατοχυρώνεται από το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, αναφέρει ότι οι νόμοι περί βλασφημίας «είναι ασύμβατοι με το Σύμφωνο» και ότι ακόμη και οι περιορισμοί της ελευθερίας της έκφρασης που κρίνονται επιτρεπτοί δεν θα πρέπει «να χρησιμοποιούνται για να αποτρέπουν ή να τιμωρούν επικρίσεις θρησκευτικών ηγετών ή τον σχολιασμό για το θρησκευτικό δόγμα ή δόγματα».
Ο νόμος περί βλασφημίας και άλλοι συναφείς νόμοι που ποινικοποιούν την ελευθερία του λόγου παρουσιάζουν συχνά ασάφειες στη διατύπωση, επιτρέποντας στις κυβερνήσεις να τους ερμηνεύουν κατά το δοκούν.