(Αθήνα) – Εκατοντάδες ασυνόδευτα παιδιά στο νησί της Λέσβου εκτίθενται σε απάνθρωπες και εξευτελιστικές συνθήκες διαβίωσης, ανακοίνωσε σήμερα η Human Rights Watch. Τα παιδιά, που δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσουν μία θέση στον υπερπλήρη εξειδικευμένο τομέα για ασυνόδευτα παιδιά, αντιμετωπίζουν συνθήκες ακατάλληλες και ανασφάλειας, καθώς στερούνται στέγης και μερικές φορές κοιμούνται ακόμα και στο ύπαιθρο, εντός του επίσημου καταυλισμού και σε άλλες άτυπες επεκτάσεις αυτού στο νησί.
«Εκατοντάδες παιδιά που είναι μόνα τους στη Λέσβο αφήνονται αβοήθητα να τα βγάλουν πέρα μόνα τους και κοιμούνται σε στρώματα γυμναστικής και χαρτόκουτες, έκθετα στις επιδεινούμενες και επικίνδυνες καιρικές συνθήκες», δήλωσε η Eva Cossé, ερευνήτρια της Human Rights Watch στην Ελλάδα. «Οι ελληνικές αρχές οφείλουν άμεσα να εξασφαλίσουν ότι τα παιδιά αυτά είναι ασφαλή και λαμβάνουν φροντίδα».
Σε επίσκεψή της στη Λέσβο από τις 15 έως τις 23 Οκτωβρίου 2019 η Human Rights Watch πήρε συνέντευξη από 22 ασυνόδευτα παιδιά που ζουν στο ΚΥΤ της Μόριας, ορισμένα ηλικίας μόνο 14 ετών, που περιέγραψαν ότι είχαν ελάχιστη ή μηδενική πρόσβαση στην υγεία, την προστασία ή τις εξειδικευμένες υπηρεσίες. Λόγω του υπερπληθυσμού στους ειδικούς για ασυνόδευτα παιδιά τομείς του καταυλισμού της Μόριας, τα παιδιά που παραχώρησαν συνέντευξη ζούσαν είτε στις γενικές περιοχές του καταυλισμού, μαζί με τον γενικό πληθυσμό, είτε στον παρακείμενο χώρο εκτός της περιφραγμένης δομής, γνωστό ως Ελαιώνα (Olive Grove), που είναι ένας βραχώδης λόφος όπου οι άνθρωποι στήνουν τα δικά τους αντίσκηνα.
«Τα πάντα είναι επικίνδυνα εδώ - το κρύο, το σημείο όπου κοιμάμαι, οι καβγάδες. Δεν νοιώθω ασφαλής», είπε ο Ρασίντ Ρ., ένα ασυνόδευτο 14χρονο αγόρι από το Αφγανιστάν που έφθασε στη Μόρια στο τέλος Αυγούστου. «Είμαστε περίπου 50 άτομα που κοιμόμαστε σε μεγάλο αντίσκηνο. Μυρίζει πολύ άσχημα, υπάρχουν αρουραίοι και μερικές φορές πεθαίνουν μέσα στο αντίσκηνο και μυρίζει άσχημα. Είναι τόσο πολλοί».
Τα περισσότερα παιδιά που παραχώρησαν συνέντευξη ανέφεραν ότι παρουσιάζουν ψυχολογική δυσφορία, συμπεριλαμβανομένων συμπτωμάτων άγχους, κατάθλιψης, πονοκεφάλων και αϋπνίας.
Όταν η Human Rights Watch επισκέφτηκε τη Μόρια στα μέσα Οκτωβρίου ήταν καταγεγραμμένα 1.061 ασυνόδευτα παιδιά. Από αυτά, 587 είχε καταγραφεί ότι διέμεναν σε μεγάλο αντίσκηνο (γνωστό ως «Rubb Hall») ειδικά σχεδιασμένο για να στεγάζει όλες τις νέες αφίξεις μέχρις ότου περάσουν την διαδικασία εγγραφής και ταυτοποίησης. Από τις αρχές Νοεμβρίου είναι καταγεγραμμένα τουλάχιστον 600 παιδιά τα οποία διαμένουν εκεί. Ασυνόδευτα παιδιά κοιμούνται σε συνθήκες ανθυγιεινές και συνωστισμού οι οποίες θέτουν τη σωματική και ψυχική τους υγεία σε κίνδυνο.
Παιδιά που δεν μπορούν να βρουν χώρο στο «Rubb Hall» ζουν στους υπαίθριους χώρους εντός ή εκτός καταυλισμού, όπου εκτίθενται σε συχνούς καβγάδες και άλλες μορφές βίας. Η Human Rights Watch πήρε συνέντευξη και παρατήρησε παιδιά τα οποία κοιμούνταν στο έδαφος, σε μη στεγασμένο χώρο, ή μοιράζονταν αντίσκηνα με ενήλικες που τους είναι άγνωστοι. Ορισμένα διέμεναν σε αυτές τις συνθήκες σχεδόν τρεις μήνες. Άλλα παιδιά χρειάστηκε να αγοράσουν το δικό τους αντίσκηνο. Δώδεκα παιδιά που παραχώρησαν συνέντεξη είπαν πως οι υπεύθυνοι του καταυλισμού της Μόριας τούς ενημέρωσαν ότι δεν μπορούσαν να τους δώσουν αντίσκηνα επειδή έπρεπε να στεγάζονται στον τομέα για ασυνόδευτα παιδιά, παρόλο που ο τομέας αυτός δεν είχε χώρο για να στεγαστούν.
Στις 29 Νοεμβρίου ένας εκπρόσωπος της κυβέρνησης σε τηλεφωνική συνομιλία με την Human Rights Watch αρνήθηκε ότι υπήρχε παιδί στο οποίο δεν δόθηκε αντίσκηνο ή ειδική προστασία. Αλλά μία εργαζόμενη σε ανθρωπιστική οργάνωση στον καταυλισμό, με τον οποίο ήρθαμε σε επαφή στη συνέχεια, επιβεβαίωσε ότι οι αρχές εξακολουθούν «να μην δίνουν αντίσκηνα σε [ασυνόδευτα] ανήλικα» προσθέτοντας ότι έλλειψη προσωπικού στον καταυλισμό σημαίνει ότι «τα παιδιά παραμελούνται».
Η κατάσταση στα νησιά έχει οξυνθεί λόγω της κατακόρυφης αύξησης των αφίξεων από τον Ιούλιο, που προκάλεσε υπερβολικό συνωστισμό πληθυσμού στα ΚΥΤ, και επιδεινώθηκε περαιτέρω από την πολιτική γεωγραφικού περιορισμού των ελληνικών αρχών, που έχει παρεμποδίσει τις μετακινήσεις στην ηπειρωτική χώρα. Στις 30 Νοεμβρίου εκτιμάται ότι 1.746 ασυνόδευτα παιδιά στεγάζονταν στα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης στις Λέσβο, Σάμο, Χίο, Κω και Λέρο. Στις 20 Νοεμβρίου οι ελληνικές αρχές ανακοίνωσαν σχέδια μετεγκατάστασης 20.000 αιτούντων άσυλο στην ηπειρωτική χώρα μέχρι τις αρχές του 2020 από τα 5 ελληνικά νησιά που επί του παρόντος φιλοξενούν 40.000 αιτούντες άσυλο και μετανάστες - μία θετική κίνηση. Ωστόσο, η κυβέρνηση σκοπεύει επίσης να μετατρέψει τα κέντρα υποδοχής για την ταυτοποίηση, διεκπεραίωση και απέλαση, συμπεριλαμβανομένης της Μόριας, σε κέντρα κράτησης.
Στις 24 Νοεμβρίου ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε ένα σχέδιο προστασίας των ασυνόδευτων παιδιών, με τίτλο «Κανένα Παιδί Μόνο», που περιλαμβάνει τη δημιουργία περισσότερων δομών στέγασης. Τον Οκτώβριο ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοΐδης έστειλε επιστολή σε όλες τις υπόλοιπες κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζητώντας τους να μοιραστούν την ευθύνη με την εθελούσια μετεγκατάσταση 2.500 ασυνόδευτων παιδιών. Στις 6 Νοεμβρίου ενημέρωσε την Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι μόνο μία χώρα είχε ανταποκριθεί.
Σύμφωνα με το πνεύμα του σχεδίου «Κανένα Παιδί Μόνο», οι αρχές οφείλουν να λάβουν άμεσα μέτρα ώστε να ταυτοποιήσουν τα παιδιά που διαμένουν εκτός του ειδικού τομέα στη Μόρια και να διασφαλίσουν ότι αυτά έχουν πρόσβαση σε ασφαλείς, ανθρώπινους χώρους στέγασης όπου μπορούν να λάβουν φροντίδα, εκπαίδευση, συμβουλευτική, νομική συνδρομή, κηδεμονία και άλλες απαραίτητες υπηρεσίες, είπε η Human Rights Watch.
Τα κράτη της ΕΕ οφείλουν να μοιραστούν τις ευθύνες με την επανεγκατάσταση των ασυνόδευτων παιδιών μεταναστών από την Ελλάδα στις δικές τους χώρες και με την διευκόλυνση της οικογενειακής επανένωσης.
«Τα ασυνόδευτα παιδιά είναι μεταξύ των πιο ευάλωτων ανθρώπων στα ελληνικά νησιά και έχουν ανάγκη από τη φροντίδα τόσο της Ελλάδας όσο και των άλλων ευρωπαϊκών χωρών», είπε η Cossé. «Η ΕΕ και τα κράτη μέλη της οφείλουν να επιδείξουν υπευθυνότητα και να φροντίσουν τα παιδιά που υποφέρουν εκεί σε καθημερινή βάση».