(Βρυξέλλες) – Οι ήδη άθλιες συνθήκες για τους αιτούντες άσυλο στον υπερπλήρη καταυλισμό της Μόριας στη Λέσβο μπορεί να επιδεινωθούν και να πάρουν διαστάσεις ανθρωπιστικής καταστροφής καθώς πλησιάζει ο χειμώνας, εάν δεν ληφθούν επειγόντως μέτρα, ανέφερε σήμερα η Human Rights Watch.
«Χιλιάδες άτομα, τα οποία αναζητούν προστασία στην Ευρώπη, στερούνται τα πλέον θεμελιώδη δικαιώματα για ανθρωπιστική και αξιοπρεπή μεταχείριση στη Λέσβο», δήλωσε ο Todor Gardos, ερευνητής της Human Rights Watch για την Ευρώπη. «Η πολιτική γεωγραφικού περιορισμού, που υποστηρίζει η ΕΕ, επιδεινώνει τη μακροχρόνια ταλαιπωρία των αιτούντων άσυλο, μετατρέποντας τη Λέσβο σε υπαίθρια φυλακή.
Κατά τη διάρκεια μίας επίσκεψης στη Λέσβο, στις 16-17 Οκτωβρίου 2018, η Human Rights Watch διαπίστωσε τις υπερπλήρεις, ακατάλληλες συνθήκες στέγασης και την απόγνωση στον καταυλισμό της Μόριας και στον παρακείμενο άτυπο καταυλισμό γνωστό ως «Ελαιώνας», που φιλοξενεί όσους δεν χωρούν στον επίσημο καταυλισμό. Η Human Rights Watch πήρε συνέντευξη από 26 αιτούντες άσυλο από το Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Συρία και τη Σομαλία, συμπεριλαμβανομένων οικογενειών και γυναικών και ανδρών που ταξιδεύουν ασυνόδευτοι.
Τον Σεπτέμβριο, η Περιφέρεια Βόρειου Αιγαίου, που ευθύνεται για τη δημόσια υγεία, είπε ότι ο καταυλισμός στη Μόρια ήταν επικίνδυνος για τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον λόγω του υπερπληθυσμού, των ανεξέλεγκτων διαρροών λυμάτων, των σπασμένων αγωγών αποχωρητηρίων και γενικά λόγω των κακών συνθηκών υγιεινής με κίνδυνο μετάδοσης ασθενειών. Οι συνθήκες στον καταυλισμό παρέμεναν ακατάλληλες για στέγαση παρόλο που η περιφέρεια διέταξε στον υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής και στη διαχείριση του καταυλισμού στη Μόρια τη βελτίωση των συνθηκών με προθεσμία 30 ημερών.
Κατά τον χρόνο της επίσκεψης περισσότεροι από 7.200 αιτούντες άσυλο ήταν καταχωρημένοι στη Μόρια, συμπεριλαμβανομένων 2.000 ατόμων στον Ελαιώνα, υπερδιπλάσιοι της επίσημης χωρητικότητας των 3.100 ατόμων. Ενώ ο πληθυσμός είχε μειωθεί σε περίπου 6.500 μέχρι τις αρχές Νοεμβρίου, σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, UNHCR, ο διευθυντής του καταυλισμού αναγνώρισε ότι δεν μπορούσε να εγγυηθεί προσήκουσες συνθήκες διαβίωσης με τέτοιο βαθμό υπερπληθυσμού.
Υπό την πολιτική γεωγραφικού περιορισμού που επιβάλλεται από τη Συμφωνία ΕΕ - Τουρκίας του Μαρτίου 2016, οι ελληνικές αρχές περιορίζουν τους αιτούντες άσυλο στα νησιά του Αιγαίου, συμπεριλαμβανομένης της Λέσβου, έως ότου οι αιτήσεις ασύλου τους κριθούν, μία διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει μήνες ή ακόμα και χρόνια. Οι ευάλωτοι αιτούντες άσυλο μπορούν να μεταφερθούν στην ηπειρωτική χώρα, αλλά οι καθυστερήσεις στη διεξαγωγή των αξιολογήσεων ευαλωτότητας και η έλλειψη δομών στέγασης στην ηπειρωτική χώρα σημαίνουν ότι χιλιάδες επιλέξιμα άτομα και οικογένειες παραμένουν εγκλωβισμένα στο νησί.
Η Human Rights Watch έχει παλαιότερα καταγράψει ότι λόγω της διαδικασίας ταυτοποίησης είναι αδύνατο να εντοπιστούν πολλές ομάδες ευάλωτων ατόμων και ότι η μη γρήγορη μετακίνησή τους θέτει σε μεγαλύτερο κίνδυνο τα ευάλωτα άτομα, συμπεριλαμβανομένων ατόμων με αόρατες αναπηρίες και παιδιών. Σε πρόσφατη έκθεση, ο επίτροπος ανθρώπινων δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης εξέφρασε την ανησυχία ότι η διαδικασία αξιολόγησης ευαλωτότητας είναι «υπερβολικά μακροσκελής και συχνά αστοχεί».
Κατ’ εκτίμηση 18.000 αιτούντες άσυλο περιορίζονται στα ελληνικά νησιά, οι περισσότεροι στη Λέσβο και στη Σάμο, ενώ το ποσοστό των γυναικών και παιδιών ξεπερνάει μόλις το 50%. Σύμφωνα με την UNHCR, περισσότεροι από 4.000 άνθρωποι, που έχουν χαρακτηριστεί ως «ευάλωτοι» και επιλέξιμοι για μεταφορά, παραμένουν εγκλωβισμένοι στα νησιά.
Ο υπερπληθυσμός παραμένει σοβαρό πρόβλημα, με μεγαλύτερο αριθμό νέων αφίξεων παρά μετακινήσεων. Μεταξύ του Ιουνίου και του Οκτωβρίου, περισσότεροι από 16.200 πρόσφυγες και μετανάστες – με τα παιδιά να αντιπροσωπεύουν ποσοστό μεγαλύτερο του ενός τρίτου – έφθασαν στα ελληνικά νησιά, κυρίως στη Λέσβο και στη Σάμο. Ενώ με τις ad hoc μετακινήσεις κατά την περίοδο αυτή επωφελήθηκαν 12.800 αιτούντες άσυλο, επί της ουσίας οι συνθήκες στη Λέσβο παραμένουν εξίσου ακατάλληλες. Στην πράξη, περισσότεροι αιτούντες άσυλο βρίσκονται στη Μόρια από ό,τι στα μέσα Δεκεμβρίου 2017, όταν η κυβέρνηση, υπό την πίεση ενός συνασπισμού μη κυβερνητικών ομάδων, συμπεριλαμβανομένης της Human Rights Watch, ανακοίνωσε επείγουσες μετακινήσεις για την πρόληψη ανθρωπιστικής κρίσης εν μέσω συνθηκών δριμέος ψύχους.
Ενώ οι ελληνικές αρχές φέρουν την άμεση ευθύνη για την πολιτική γεωγραφικού περιορισμού και τις άθλιες συνθήκες στα νησιά, η ΕΕ φέρει τη συλλογική ευθύνη για την αδυναμία να επιδείξει αλληλεγγύη προς την Ελλάδα και να μετακινήσει τους αιτούντες άσυλο εκτός Ελλάδας για τη διεκπεραίωση των αιτημάτων τους αλλού, είπε η Human Rights Watch. Τα κράτη της ΕΕ δεν μπόρεσαν να μετακινήσουν τα δύο τρίτα του μεριδίου που τους αναλογεί υπό το κοινό σύστημα μετεγκατάστασης, που είχε ως πρόθεση να ανακουφίσει ορισμένες από τις πιέσεις που υφίσταται η Ελλάδα μεταξύ του Σεπτεμβρίου 2015 και του Σεπτεμβρίου του 2017, καθώς δεν παρασχέθηκαν περισσότερες από τις 40.000 θέσεις που είχαν υποσχεθεί.
Στις 23 Οκτωβρίου η Πορτογαλική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι είχε συνάψει μία διμερή συμφωνία για ένα πιλοτικό έργο μετεγκατάστασης 100 προσφύγων από την Ελλάδα σε αυτήν. Εφόσον στεφθεί με επιτυχία, η Πορτογαλία μπορεί να δεχθεί περισσότερα από 1.000 άτομα την επόμενη χρονιά.
Άλλες χώρες της ΕΕ πρέπει να ακολουθήσουν την πρωτοβουλία της Πορτογαλίας και να προσφέρουν γενναιόδωρες ad hoc υποσχέσεις, είπε η Human Rights Watch. Χώρες που δεν εκπλήρωσαν τις υποσχέσεις τους για μετεγκατάσταση από το 2015, όπως οι Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία και Ολλανδία, οφείλουν να επιδείξουν περισσότερο ηγετική στάση σε αυτό το θέμα. Αντίθετα προς τη θέση αρκετών κυβερνήσεων της ΕΕ, η επιτάχυνση των επιστροφών δεν θα αντιμετώπιζε την κρίση επειδή πολλά από τα άτομα που είναι εγκλωβισμένα στα νησιά δεν μπορούν να προωθηθούν στην Τουρκία ή στις χώρες προέλευσής τους δυνάμει του δικαίου της ΕΕ.
Οι συνθήκες στη Λέσβο παραβιάζουν τη νομοθεσία της ΕΕ και της Ελλάδας που υποχρεώνει την Ελλάδα να παράσχει προσήκουσες συνθήκες διαβίωσης στους αιτούντες άσυλο, εγγυώμενη την επιβίωσή τους και προστατεύοντας τη σωματική και ψυχική τους υγεία. Οι εν λόγω νόμοι απαιτούν η Ελλάδα να λαμβάνει υπόψη την ιδιαίτερη κατάσταση των ευάλωτων ατόμων, συμπεριλαμβανομένων των εγκύων, των ασυνόδευτων ανηλίκων, των ατόμων με αναπηρίες, των ηλικιωμένων, των μονογονεϊκών οικογενειών με ανήλικα παιδιά, των θυμάτων βασανιστηρίων, βιασμού και σεξουαλικής βίας και άλλων ατόμων σε κίνδυνο.
Οι αιτούντες άσυλο, ειδικά εκείνοι των οποίων ο ευάλωτος χαρακτήρας έχει αναγνωριστεί, πρέπει να μετεγκατασταθούν επειγόντως.
Η ελληνική κυβέρνηση, με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κρατών μελών της ΕΕ, οφείλει να δώσει ένα τέλος στην πολιτική γεωγραφικού περιορισμού στα νησιά και να εξασφαλίσει την επάρκεια και την καταλληλότητα δομών στέγασης και υπηρεσιών στην ηπειρωτική χώρα. Η κυβέρνηση οφείλει να ενεργήσει ταχύτατα για να υλοποιήσει μία πρόσφατη υπόσχεση δημιουργίας 6.000 νέων χώρων στέγασης στην ηπειρωτική χώρα και να παράσχει προσήκουσες συνθήκες διαβίωσης.
Οι αρχές οφείλουν επειγόντως να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης στη Λέσβο και σε άλλα νησιά του Αιγαίου στο πλαίσιο προετοιμασίας για τον χειμώνα εξασφαλίζοντας την υγεία και ασφάλεια εκείνων που παραμένουν, συμπεριλαμβανομένων επαρκούς και ασφαλούς στέγασης, ασφαλούς πόσιμου νερού και αποχέτευσης, περιβάλλοντος που ευνοεί την καλή υγιεινή και προστασία.
Οι ελληνικές αρχές οφείλουν να διασφαλίσουν ότι υπάρχουν ξεχωριστές, ασφαλείς εγκαταστάσεις για γυναίκες και κορίτσια που ταξιδεύουν ασυνόδευτες, καθώς και ξεχωριστές, ασφαλείς, προσπελάσιμες και καθαρές τουαλέτες και λουτρά που να εξασφαλίζουν την ιδιωτικότητα και την αξιοπρέπεια ανδρών και γυναικών. Οφείλουν να παρέχουν επαρκή φωτισμό, να εντοπίζουν και να παρακολουθούν τις περιοχές υψηλού κινδύνου.
«Τα κράτη της ΕΕ οφείλουν να συνεργάζονται με τους Έλληνες εταίρους τους για να αντιμετωπίσουν τη συνεχιζόμενη ανθρωπιστική κρίση που επηρεάζει τους πρόσφυγες και μετανάστες στην Ελλάδα και να επιμερίσουν καλύτερα την ευθύνη μέσω της παροχής επείγουσας βοήθειας και μετεγκατάστασης», είπε ο Gardos. «Οι αποτροπιαστικές συνθήκες στα νησιά προκαλούν ντροπή σε όλους μας και με την έλευση του χειμώνα ο χρόνος πλέον εξαντλείται».
Για λεπτομέρειες αναφορικά με τις συνθήκες στους καταυλισμούς και μαρτυρίες από αιτούντες άσυλο, δείτε παρακάτω.
Να σημειωθεί ότι αλλάχθηκαν όλα τα ονόματα αιτούντων άσυλο για την προστασία της ιδιωτικότητάς τους.
Χρόνια Ταλαιπωρία – που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί
Ο καταυλισμός στη Μόρια είναι εστία κινδύνων και ταλαιπωρίας για τους αιτούντες άσυλο που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί. Οι κάτοικοι περιγράφουν τις καθημερινές μάχες που δίνουν για την εξασφάλιση ασφαλούς και επαρκούς στέγασης, βασικής υγιεινής, τροφίμων και άλλων ειδών, καθώς και υγειονομικής περίθαλψης. Οι αιτούντες άσυλο, συμπεριλαμβανομένων οικογενειών με νεαρά παιδιά, ζουν σε ακατάλληλα αντίσκηνα και συνωστισμένα κοντέινερ, με ανεπαρκή αριθμό αποχωρητηρίων και ντους, τα οποία συντηρούνται πλημμελώς, με κίνδυνο την έκθεση σε κόπρανα και άλλα υγειονομικά ζητήματα, σε καταυλισμό με αρουραίους και έντομα.
Ο καταυλισμός στη Μόρια βρίσκεται σε μία λοφώδη περιοχή σε απόσταση 15 λεπτών με το αυτοκίνητο από τη Μυτιλήνη, την πρωτεύουσα της Λέσβου,και είναι πρώην στρατιωτική βάση που οι ελληνικές αρχές μετέτρεψαν το 2016 σε «hotspot» με τη στήριξη της ΕΕ για την υποδοχή, ταυτοποίηση και επεξεργασία των αιτούντων άσυλο και μεταναστών δυνάμει των κανόνων της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας και με τη στήριξη των θεσμικών φορέων της ΕΕ.
Ο καταυλισμός αποτελείται από αντίσκηνα και κοντέινερ ατάκτως ερριμμένα. Η Human Rights Watch επισκέφτηκε κοντέινερ που στέγαζαν μέχρι και 15 άτομα, όπου ο προσωπικός χώρος περιοριζόταν σε ένα τετραγωνικό μέτρο. Αντίσκηνα διαφορετικών μεγεθών στεγάζουν 2 έως 6 άτομα. Ενώ σε ορισμένα κοντέινερ που επισκεφτήκαμε υπήρχαν λεπτά στρώματα ή κουκέτες, οι περισσότεροι κοιμούνται πάνω σε κουβέρτες απευθείας σε επαφή με το έδαφος. Δεκάδες άτομα μοιράζονται κάθε τουαλέτα και ντους – και μάλιστα πολλά απο αυτά είναι ελλατωματικά, εκθέτοντας τους χρήστες σε μολύνσεις από κόπρανα και άλλες μορφές μολύνσεων.
Ο «Ελαιώνας»
Ο Ελαιώνας, μία λοφώδης περιοχή παρακείμενη στον περιμετρικό φράκτη του καταυλισμού, έχει χρησιμοποιηθεί «επικουρικά» για να στεγαστούν σε αντίσκηνα περίπου 2.000 αιτούντες άσυλο που δεν χωρούσαν στον κυρίως καταυλισμό κατά τον χρόνο της επίσκεψης. Υπήρχαν λίγες μόνο τουαλέτες και ντους, ανεπαρκείς για την κάλυψη των αναγκών ή βασικών ανθρωπιστικών προτύπων. Εκείνη τη στιγμή λάμβαναν χώρα προπαρασκευαστικές εργασίες για την παροχή μεγαλύτερης προστασίας από τις καιρικές συνθήκες και να επιτρέψει την εγκατάσταση περισσότερων wc. Οι άνθρωποι που μένουν στον Ελαιώνα έχουν de facto πρόσβαση στις εγκαταστάσεις και υπηρεσίες του καταυλισμού, παρόλο που και οι έξι οικογένειες που παραχώρησαν συνέντευξη είπαν ότι αντιμετώπιζαν προβλήματα ασφάλειας και μεγάλων χρόνων αναμονής. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, η πρόσβαση στις εγκαταστάσεις είναι περιορισμένη και ο Ελαιώνας έχει περιορισμένο φωτισμό.
Οι περισσότεροι από όσους παραχώρησαν συνέντευξη στον Ελαιώνα, συμπεριλαμβανομένων οικογενειών με μωρά, ζούσαν σε αντίσκηνα επί μήνες. Ορισμένοι ελεύθεροι άνδρες έμεναν εκεί για διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών, ένας για διάστημα μεγαλύτερο των οχτώ μηνών.
Η Γκούλνορ, Αφγανή ηλικίας μεταξύ 30 και 40, που ζει στον Ελαιώνα με τον σύζυγο και δύο παιδιά από τις αρχές Σεπτεμβρίου, είπε ότι τρεις νύχτες κοιμήθηκαν στην ύπαιθρο μετά την καταστροφή του αντίσκηνού τους από ισχυρή νεροποντή στις αρχές Οκτωβρίου.
Ο Αχμέντ, ηλικίας μεταξύ 20 και 25, από τη Μοσούλη, Ιράκ, πάσχει από ψυχοκοινωνική αναπηρία και έχει περάσει τέσσερις μήνες στον καταυλισμό της Μόριας. Εγκατέλειψε το Ιράκ αφού έχασε ολόκληρη την οικογένειά του στην πατρίδα του. Έδειξε στη Human Rights Watch εξανθήματα που έφερε στα πάνω και κάτω άκρα του που είπε ότι οφείλονται στις ανθυγιεινές συνθήκες, καθώς και αυτοτραυματισμούς στα πάνω άκρα του, που είπε ότι οφείλονται στο άγχος της διαμονής του σε ένα υπερβολικά συνωστισμένο κοντέινερ.
Μοιράζεται έναν χώρο 2 επί 2 τ.μ. με τρεις άνδρες, μη συγγενείς του, ως χώρο ύπνου, που διαχωρίζεται από το υπόλοιπο κοντέινερ με τη χρήση κουβερτών. Συνολικά 15 άνδρες στεγάζονταν στο κοντέινερ κατά τον χρόνο της επίσκεψης. «Πρέπει να περιμένω εδώ μέχρι το 2019, παρά την ψυχική μου ασθένεια», είπε ο Αχμέντ. «Επιχείρησα να αυτοκτονήσω. Οι φίλοι μου με προστατεύουν για να μην κάνω κακό στον εαυτό μου».
Η Χουρίγια, Αφγανή ηλικίας μεταξύ 20 και 30 ετών, ζει με το σύζυγό της και τους γιούς τους, ηλικίας 3 και 8, σε ένα συνωστισμένο κοντέινερ μαζί με μια άλλη πενταμελή οικογένεια από τις αρχές Σεπτεμβρίου. Η συνέντευξη ασύλου τους έχει προγραμματιστεί για τέλη Νοεμβρίου. «Δεν ξέρω πόσο καιρό μπορούμε να μείνουμε», είπε. «Μας είπαν ότι πρέπει να είσαι ευάλωτος για μπορείς να μετακινηθείς από εδώ. Δεν ξέρουμε τι σημαίνει αυτό για μια οικογένεια με μικρά παιδιά και βασικά θέματα υγείας. Όταν πηγαίνουμε στον γιατρό, μας δίνουν μόνο παυσίπονα, όχι κανονικά φάρμακα».
Μία εξαμελής ομάδα Σομαλών γυναικών, μη συγγενών μεταξύ τους, ζουν μαζί σε αντίσκηνο χωρίς θέρμανση εντός του Ελαιώνα. Συμφώνησαν ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι η υγειονομική περίθαλψη, καθώς τα ραντεβού με τους γιατρούς αναβάλλονται επανειλημμένα ή τους δίνονται μόνο παυσίπονα ως θεραπεία. Η Φαντούμα δεν γνωρίζει την ηλικία της, αλλά είναι άνω των 60 ετών, και είπε ότι ήταν άρρωστη και αισθανόταν συνεχώς παγωμένη. Η Human Rights Watch έχει καταγράψει συγκεκριμένα τρωτά σημεία των αιτούντων άσυλο μεγαλύτερης ηλικίας στην Ελλάδα. Οι γυναίκες που θεωρούνται ότι είναι μη ευάλωτοι ελεύθεροι ενήλικες μάλλον θα παραμείνουν στον Ελαιώνα επί μήνες. «Δεν έχουμε ιδέα πόσο καιρό θα πρέπει να μείνουμε εδώ», είπε μία. Είπαν ότι δίνεται προτεραιότητα σε οικογένειες, παρόλο που οι ηλικιωμένοι υποτίθεται ότι πρέπει να τυγχάνουν μεταχείρισης ως ευάλωτη ομάδα. «Είμαστε μόνες εδώ, άρα οφείλουμε να περιμένουμε», πρόσθεσε άλλη.
Κενά στην Φροντίδα
Οι άθλιες συνθήκες, μαζί με τις μακροσκελείς διαδικασίες εγγραφής, ταυτοποίησης και ασύλου θέτουν σε κίνδυνο τη σωματική και ψυχική υγεία, ιδιαιτέρως στις ομάδες των ήδη ευάλωτων αιτούντων άσυλο. Η Human Rights Watch και άλλοι έχουν καταγράψει το καταστροφικό αντίκτυπο στην ψυχολογική ευημερία χιλιάδων γυναικών, ανδρών και παιδιών που έχουν εγκλωβιστεί στα ελληνικά νησιά. Από τους 26 αιτούντες άσυλο που παραχώρησαν συνέντευξη τον Οκτώβριο, 22 εξέφρασαν συναισθηματική αγωνία και άγχος αναφορικά με τον μεγάλο χρόνο της αναμονής και τις συνθήκες που επικρατούν στον καταυλισμό. Πολλοί είπαν ότι η ιατρική φροντίδα στον καταυλισμό είναι ανεπαρκής.
Τα κενά που είχε καταγράψει παλαιότερα η Human Rights Watch αναφορικά με την πρόσβαση των μητέρων και εγκύων στην υγειονομική περίθαλψη, εξακολουθούν να υφίστανται. Δύο μητέρες που θήλαζαν έμεναν σε αντίσκηνα χωρίς θέρμανση στον Ελαιώνα, μαζί με τα παιδιά τους, ένα ηλικίας 6 μηνών και άλλο 10 μηνών, και είπαν ότι δεν είχαν πρόσβαση σε φάρμακα ή ζεστό νερό ούτε καν για το λουτρό των μωρών τους. Δύο γυναίκες είπαν ότι οι έγκυες στην οικογένειά τους δεν είχαν πρόσβαση εγκαίρως σε φροντίδα εγκυμοσύνης.
Ο καταυλισμός είχε μόνο έναν γιατρό για χιλιάδες άτομα. Άτομα που παραχώρησαν συνέντευξη είπαν ότι τα ραντεβού που είχαν κλείσει μήνες πριν, συχνά αναβάλλονταν. Η πρόσβαση παρεμποδίζεται κι από την έλλειψη διερμηνέων. Πρόσφατη έκθεση της UNHCR τόνισε επίσης τον προβληματισμό ότι ένας γιατρός που απασχολείται από τις Ελληνικές αρχές παρέχει ιατρική φροντίδα σε ολόκληρο τον πληθυσμό στον καταυλισμό της Μόριας. Οι αιτούντες άσυλο στηρίζονται στις περιορισμένες υπηρεσίες των μη κυβερνητικών οργανώσεων που λειτουργούν εντός και εκτός καταυλισμού.
Δύο από αυτές τις ομάδες, οι Γιατροί χωρίς Σύνορα και η International Rescue Committee, πρόσφατα ανέφεραν ότι ο υπερπληθυσμός και οι ανθυγιεινές συνθήκες είχαν πυροδοτήσει σημαντική αύξηση της εξάπλωσης μεταδοτικών ασθενών όπως διάρροια και δερματικές λοιμώξεις και συνεισέφεραν στην κρίση ψυχικής υγείας που επηρεάζει παιδιά και ενήλικες. Τον Ιούλιο 2017, η Human Rights Watch προειδοποίησε για το καταστροφικό αντίκτυπο των σκληρών συνθηκών και της αβεβαιότητας στα ελληνικά νησιά επί της ψυχολογικής κατάστασης των αιτούντων άσυλο.
Η Ναμπίλα, Αφγανή μητέρα τριών παιδιών, ηλικίας 10 μηνών, 3 και 7 ετών αντίστοιχα, ζει σε αντίσκηνο στη Μόρια επί τρεις μήνες. Τα παιδιά της αρρώστησαν όταν πλημμύρησε το αντίσκηνο κατά τις ισχυρές νεροποντές στις αρχές Οκτωβρίου. Μίλησε για πλήξη, κατάθλιψη και συνεχή φόβο: «Όλες οι μέρες περνούν, περιμένοντας στη σειρά για τρόφιμα και άλλα είδη. Δεν έχουμε κάτι να κάνουμε στον καταυλισμό. Προσωπικά, νιώθω βαθιά κατάθλιψη».
Η συνέντευξη ασύλου της οικογένειας έχει προγραμματιστεί για τον Ιανουάριο 2019. Η αναμονή επιτείνεται από άλλους φόβους που προκαλούνται από την έλλειψη ιδιωτικότητας και ασφάλειας στα αντίσκηνα και στους κοινόχρηστους χώρους. «Δεν μπορούμε να αξιοποιήσουμε αυτό το χρόνο,» είπε. Ο λόγος που εγκαταλείψαμε την πατρίδα μας ήταν η ανασφάλεια, και τώρα αισθανόμαστε ότι δεν είμαστε ασφαλείς εδώ».
Ο Άμπεντ, 21 ετών, από το Αφγανιστάν, έχασε το μάτι του από θραύσματα εκρηκτικού μηχανισμού και ακόμα δεν είναι σε θέση να λάβει τα φάρμακα που χρειάζεται για το τεχνητό του μάτι έστι ώστε να αποφύγει τις μολύνσεις εδώ και τέσσερις μήνες από την άφιξή του. «Κανονικά πρέπει να του βάζω σταγόνες, αλλά δεν έχω», είπε.
Ο Φαρζάαντ και η επταμελής οικογένειά του – τα παιδιά, η σύζυγος κι άλλοι στενοί συγγενείς του – ζουν από τον Σεπτέμβριο σε δύο μικρά αντίσκηνα στον Ελαιώνα, που αγόρασαν έναντι 15 ευρώ. Είπε ότι η υγιεινή ήταν το μεγαλύτερο μέλημά τους. «Με την άφιξή μας, η αστυνομία μας καταχώρησε και μετά μας είπε να βρούμε χώρο στην «ζούγκλα» επειδή δεν υπήρχε χώρος στον καταυλισμό. Έχω δύο παιδιά και τα δύο έχουν δερματολογικά θέματα. Σε λίγο το νερό στα ντους θα είναι τόσο κρύο που δεν θα μπορείς να πλυθείς. Αυτό θα αποτελεί μεγάλο πρόβλημα, ειδικά για τα παιδιά».